_κάθε καινούρια αρχή είναι και πιο κοντά στο τέλος .

18.7.12

"Καλωσήρθες στον μεταμοντερνισμό. Ζούμε στην εποχή της πληροφορίας"



Έκλεισε τα μάτια του. Προσπάθησε να μην σκέφτεται πόσο πολύ ήθελε να κάνει σεξ. Η γυναίκα δίπλα του μύριζε διαφορετικά. Σκέφτηκε, πως μαζί με όλα τα άλλα, θα είχε αλλάξει και σαμπουάν.

Ήθελε να ανάψει τσιγάρο. Είχε καπνίσει όμως πολύ. Ο λαιμός του τον ενοχλούσε. Συν το ότι τα λεφτά που είχε ήταν πια λίγα. Ήπιε μια γουλιά απ’ το ποτό που της είχε φτιάξει. Ύστερα μια ακόμα. Είχε βάλει τελικά πολύ λεμονάδα. Θα ‘πρεπε να το είχε κάνει πιο δυνατό, να την μεθύσει, να ρίξει τις αναστολές της.

Τα μπούτια της ήταν γυμνά. Το ίδιο και τα πλευρά της, μέσα απ’ τα κομμένα μανίκια της μπλούζας. Φαινόταν λίγο το σουτιέν της, ένα κίνκυ λευκό σουτιέν που έμοιαζε λίγο με σεμέν.

Την ξύπνησε χαϊδεύοντας της τον ώμο. Εκείνη του απάντησε με κλειστά τα μάτια. Ένα σιγανό μμμ… Της είπε ότι ήθελε να το κάνουν. «Θέλεις να κάνουμε σεξ;», την ρώτησε. Του είπε όχι. «Τι θέλεις να κάνουμε;». «Δεν ξέρω».

Ο έρωτας πέρασε γιατί δεν ήξεραν, γίνονται πόλεμοι γιατί δεν ξέρουμε, ο καπιταλισμός ζει γιατί δεν ξέρουμε. Τίποτα δεν ξέρουμε. Μόνο τις κάβλες καταλαβαίνουμε εύκολα.

Έκλεισε τα μάτια του. Προσπάθησε να κοιμηθεί. Το καβάλο του παντελονιού του ήταν πολύ στενό. Τον ενοχλούσε. Άραγε να ‘θελε απλά να πηδήξει; Αν τον ρωτούσε, θα έλεγε όχι. Και μάλλον έτσι ήταν.

Αποφάσισε να είναι ειλικρινής για εκείνο το βράδυ. Χρειάζεται ειλικρίνεια για να φτιάξεις κάτι που ν’ αξίζει, σκέφτηκε. Παραδέχτηκε στο δολοφόνο μέσα του, πως δεν είναι ερωτευμένος. Αποφάσισε πως αγαπάει πέρα από κάθε αμφιβολία. Τόσο εγωιστικά, όσο μπορεί να αγαπήσει άνθρωπος.

Πως μπορούσε εκείνη να κοιμάται και να μη γράφει; αναρωτήθηκε. Πως μπορούσε να κάνει το οτιδήποτε και να μη γράφει; Έπιασε τον εαυτό του να υπερβάλλει ξανά. Αλλά θαύμαζε τα κείμενα της, όπως ο κάθε παρατηρητής θαυμάζει έναν άλλο παρατηρητή, όχι για το αντικείμενο της παρατήρησης του, αλλά για τον τρόπο.

Δεν είχε νόημα εκείνο το βράδυ. Όχι εκείνη την στιγμή. Θα είχε νόημα την επόμενη μέρα, όταν εκείνη θα έφευγε σχεδόν για πάντα. Θα πήγαινε διακοπές. Θα έκανε σεξ μέσα σε μια σκηνή. Όχι μαζί του. Σιγά- σιγά είχε αρχίσει να συνηθίζει την ιδέα ότι δεν θα έκανε ποτέ ξανά σεξ μαζί του.

Αλλά την αγαπούσε, κι αυτό διευκόλυνε τα πράγματα. Εκείνη θα ήταν η μόνη που θα τον κούρευε έτσι. Πάντα μέσα σ’ ένα μπάνιο δικό του. Μόνο δικό του. Εκείνη είχε εδώ και καιρό δικό της μπάνιο, διαφορετικό, και το μοιραζόταν μ’ όποιον της άρεσε.

Πόσο μοιάζει ο έρωτας μ’ αυτό που δεν είναι έρωτας… Είχε μάθει να ξεχωρίζει τη διαφορά και ήταν χαρούμενος γι’ αυτό. Ήξερε να νιώθει ότι αγαπάει. Ήταν πιο ωραία η αγάπη γιατί ήταν ήρεμη. Ο έρωτας είναι ένα άγχος που καταστρέφει γέφυρες (πάντα του άρεσε να σκέφτεται τον κόσμο σαν στεριά και τον εαυτό του νησί) και δεν τον έπαιρνε να καταστρέψει κι άλλα τώρα. Είχε σωθεί την τελευταία στιγμή (η αχαριστία είναι βέβαια δικαίωμα, αλλά αυτό δεν την κάνει λιγότερο επικίνδυνη). Τώρα, έπρεπε να κρατηθεί απλά στο κούτσουρο που έτυχε να επιπλέει δίπλα του και να περιμένει.

Ήταν το πρώτο βράδυ χωρίς σεξ, που ένιωθε καλά με τον εαυτό του, σκέφτηκε. Αυτό σίγουρα ήταν κάτι. Η αυτοπεποίθηση τον τύλιξε, μαζί με τον καπνό απ’ το τσιγάρο του.        

2 σχόλια: